Ο Λαμπρινός συνδέει την Ιστορία με τον κινηματογράφο από την ίδια τη στιγμή της γέννησής του[1], υποστηρίζοντας παράλληλα, πως ο κινηματογράφος δεν είναι απλώς το δημιούργημα του 20ου αιώνα αλλά και συνδημιουργός του. Πραγματικά, πολλά χιλιόμετρα φιλμ έχουν καταγράψει τον αιώνα αυτό από τις απαρχές του, παραδίδοντας στην υπηρεσία της ενημέρωσης και της προπαγάνδας τις σημαντικότερες στιγμές του. Τα φιλμ αυτά αξιοποιούνται είτε ως έχουν είτε με τη συρραφή τους δίπλα σε σκηνές γυρισμένες υπό την καθοδήγηση του κινηματογραφιστή, στη σύνταξη ταινιών μυθοπλασίας ή ντοκιμαντέρ. Αν και θα μπορούσαν να θεωρηθούν τα «ιστορικότερα» κινηματογραφικά έργα, αντιμετωπίζονται και με αρκετή επιφύλαξη.
Ο ίδιος συγγραφέας διατυπώνει την άποψη της σημαντικότητας των επικαίρων –αλλά και των ταινιών μυθοπλασίας- ως ιστορικών πηγών, δεν διστάζει, πάντως, να σημειώσει, αναφορικά με το έργο του «Πανόραμα του Αιώνα» αλλά και με κάθε έργο συρραφής Επικαίρων, ότι δεν μπορεί να επέχει τη θέση ιστορικού εγχειριδίου. Θεωρεί ότι απευθύνεται, κυρίως, στο θυμικό του θεατή και έπειτα στην κρίση του, ενώ δεν αναλαμβάνει την υποχρέωση να καλύψει το σύνολο των θεμάτων που απαρτίζουν την ιστορία μιας εποχής, όπως ένα εγχειρίδιο ιστορίας[2]. Ο ισχυρισμός αυτός μοιάζει με απόρροια μετριοφροσύνης παρά ρεαλιστικής αποτίμησης, αν κανείς αφιερώσει μια γρήγορη, έστω, ματιά στα περιεχόμενα οποιουδήποτε ιστορικού εγχειριδίου. Η αδυναμία κάλυψης του συνόλου των τεκταινομένων σε κάποια ιστορική περίοδο δεν αποτέλεσε ποτέ λόγο αμφισβήτησης της εγκυρότητάς του και ούτε θα ήταν δίκαιο να συμβεί.
Υποστηρίζεται, επίσης, πως οι ταινίες Επικαίρων δεν αποτελούν αντικειμενικούς μάρτυρες της Ιστορίας απλώς και μόνο επειδή καταγράφουν πραγματικά γεγονότα. Πίσω από αυτά που φτάνουν στα μάτια του θεατή, κρύβεται η επιλογή κάποιου να τα κινηματογραφήσει, ενώ άλλα σύγχρονά τους τα καταδίκασε στην φιλμική αφάνεια. Τα ίδια τα γεγονότα που καταγράφονται έχουν γυριστεί από συγκεκριμένη σκοπιά, έχει δοθεί έμφαση σε ορισμένες πλευρές τους, ενώ άλλες έχουν αποσιωπηθεί ή υποτιμηθεί. Αμφισβητείται, ακόμη, η αντικειμενικότητα και η ιστορική τους χρησιμότητα λόγω των δυνατοτήτων παρέμβασης μέσω μοντάζ. Με δεδομένα τα ψηφιακά εργαλεία, σήμερα, μπορούμε να μιλάμε για ευκολότερες αλλοιώσεις εικόνας, εφέ κλπ. που ούτως ή άλλως δεν ήταν άγνωστα και στους παλιότερους, βλέπε τεχνικές πολλαπλών εκτυπώσεων φιλμ και απαλοιφή τμημάτων της εικόνας. Από την άλλη, ποιος μπορεί να υποστηρίξει ότι τα στοιχεία που χρησιμοποιεί ο ιστορικός δεν τυγχάνουν ανάλογου «μοντάζ»; Ποια επιλέγονται και ποια αγνοούνται, πώς ερμηνεύονται, ποιες πλευρές τους προβάλλονται με έμφαση και ποιες συσκοτίζονται; Δε μοιάζουν τα ερωτήματα αυτά με όσα έχει να απαντήσει ο κινηματογραφιστής και άρα, δεν τους θέτουν σε ανάλογη θέση ως προς τη διαχείριση των υλικών τους στην προσπάθεια αποτύπωσης μιας πραγματικότητας[3];
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου