Το κοινό αντιμετώπιζε τον κινηματογράφο ως διασκέδαση[1], οι κινηματογραφιστές ως υψηλή τέχνη κι η εξουσία ως μέσο επιρροής: μια πολλαπλή παρεξήγηση που σφράγισε τη δημιουργία της έβδομης τέχνης. Η πρώτη συνιστώσα αυτής της φράσης αποτελεί καταλυτικό παράγοντα για τη λειτουργία των άλλων δύο. Η ταινία μπορεί να υπάρξει ακόμη κι αν κανείς δεν την δει, όμως –όπως και στην περίπτωση του θεάτρου- χωρίς κοινό χάνει τη βασική της υπόσταση, αυτήν του θεάματος. Χωρίς το κοινό του ο κινηματογράφος είναι ένα ημιτελές κοινωνικό γεγονός[2]. Αντίστοιχα, ο καλλιτέχνης ή η καλλιτεχνική ομάδα έχουν ανάγκη τα μάτια και τα αυτιά των θεατών τους για να επικοινωνήσουν το έργο τους κι η εξουσία το λόγο της. Η προσέλευση του κοινού, που καταμετράται στον αριθμό εισιτηρίων στις προβολές, δηλώνει την προτίμησή του σε κάποια ταινία και αποτελεί κριτήριο επιτυχίας για αυτήν[3], τόσο οικονομικής επιτυχίας όσο και κοινωνικής και πολιτιστικής. Υπό το πρίσμα αυτό, η ανάπτυξη της τεχνολογίας επέφερε πλήγμα στον κινηματογράφο, αποσπώντας κοινό από τις αίθουσες και μειώνοντας δραματικά τα εισιτήρια. Από την άλλη, δημιούργησε άλλο τύπο θεατή: τον οικιακό θεατή του VHS, DVD ή της συνδρομητικής τηλεόρασης. Αυτές που πλήγηκαν περισσότερο από τη μείωση θεατών, πάντως, είναι οι αίθουσες δεύτερης κι όχι πρώτης προβολής[4]
Τι περιμένει να δει και τι βλέπει ο θεατής σε μια ταινία; Η οθόνη δεν αποκαλύπτει τον κόσμο όπως είναι αλλά όπως αυτός γίνεται κατανοητός σε μια εποχή. Η ταινία για να αποκτήσει θεατές, οφείλει να συνδυάζει εικόνες προσπελάσιμες σε όσους την παρακολουθούν[5]. Κι αντίστοιχα, όπως σημειώνει ο Kracauer, οι θεατές βλέπουν τις ταινίες που ανταποκρίνονται στις προσδοκίες τους[6]. Δημιουργείται μια σχέση αλληλεπίδρασης μεταξύ κοινού και κινηματογραφικού έργου: το κοινό βλέπει αυτό που του προσφέρεται και του απευθύνεται κι ο καλλιτέχνης δημιουργεί αυτό που θεωρεί ότι περιμένουν από αυτόν. Πιστεύει ο δημιουργός, κατά τον Gans[7], ότι φτιάχνει αγαθά που θα προκαλέσουν το ενδιαφέρον των εν δυνάμει «πελατών». Η αποδοχή ή η απόρριψη ενός έργου ορίζουν το χώρο στον οποίο κινείται ο καλλιτέχνης, που με τη σειρά του δοκιμάζει ή κολακεύει τα όρια του κοινού με τις προτάσεις του. Το κοινό, εντέλει, παίρνει αυτό που θέλει, ή κατά την άποψη των κριτών του αμερικανικού θεάματος, αυτό που του δίνουν[8].
Το κοινό ευαισθητοποιείται περισσότερο απέναντι σε θέματα που ήδη γνωρίζει και έχει τότε την τάση να ασχολείται με κάθε λεπτομέρεια όσων βλέπει. Κατά βάση, οι πρώτες αντιδράσεις του στην ταινία είναι συναισθηματικές[9]. Το κοινό ταυτίζεται με τους ήρωες: οι θεατές μεταθέτουν τους προσωπικούς τους φόβους και αρνήσεις στην ταινία και ανασυνθέτουν τους χαρακτήρες της με αφετηρία ό,τι εύχονται για εαυτό τους[10] ή άλλοτε μπαίνουν στη θέση των χαρακτήρων. Στην περίπτωση των ιστορικών ταινιών, εμπλέκεται με το συναίσθημα η κοσμοθεωρία κι η νοοτροπία του κοινού, διαμορφώνοντας ποικίλες αντιδράσεις.
Τέλος, ας σημειωθεί πως λέγοντας «κοινό» δεν εννοείται μια συμπαγής και μονοσήμαντη μάζα. Πρόκειται για ενεργό παράγοντα επικοινωνίας και με δυνατότητες να αλλάζει υπό την επίδραση των κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών[11]. Επιπλέον, το κοινό διαφοροποιείται από κοινωνία σε κοινωνία, και μέσα σε αυτήν αναλόγως προς την πολιτιστική, θεσμική και οικονομική κατάσταση των μελών του. Δεν αποτελείται από μοναχικά άτομα αλλά από θεατές που αν και διατηρούν την υποκειμενικότητά τους, συμμετέχουν στη διεργασία της ομάδας που δημιουργείται εντός της αίθουσας προβολής, μοιράζονται τη ζωή του κοινού κρατώντας την αυτοτέλεια τους[12].
[2] Ν. Κολοβός, Κινηματογράφος, Η Τέχνη της βιομηχανίας, Αθήνα: Καστανιώτης 1999, σελ. 38
[3] P. Sorlin, Κοινωνιολογία του Κινηματογράφου. Αθήνα 2004, σελ 228
[4] Κολοβός Ν., ο.π. 1999, σελ. 273- 274
[5] P. Sorlin, ο.π., σελ. 46
[6] P. Sorlin, ο.π., σελ. 64
[7] Κολοβός Ν., ο.π. 1999, σελ. 264
[8] Κολοβός Ν., ο.π. 1999, σελ. 265
[9] P. Sorlin, ο.π., σελ. 50-1
[10] P. Sorlin, ο.π., σελ. 163
[11] Ν. Κολοβός, ο.π. 1999, σελ 255
[12] Ν. Κολοβός, ο.π. 1999, σελ. 259
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου