«Τον Οκτώβριο του 1940 οι Ιταλοί φασίστες εισβάλλουν στην Ελλάδα, αλλά αναχαιτίζονται ηρωικά από τους Έλληνες. Τον Απρίλη του 1941 επεμβαίνει ο χιτλερικός στρατός, κατακτά την Ελλάδα και διορίζει φιλοναζιστική κυβέρνηση, ενώ η νόμιμη κυβέρνηση καταφεύγει στην Αίγυπτο. Οι δυνάμεις κατοχής και η φιλοναζιστική κυβέρνηση λεηλάτησαν τη χώρα και επέβαλαν τον τρόμο.
Μετά τη μεγάλη πείνα του χειμώνα του 1941-42, που πέθαναν χιλιάδες άνθρωποι, φούντωσε μια παλλαϊκή αντίσταση (ΕΑΜ) με πρωτοστάτες τους κομμουνιστές, εναντίον των κατακτητών. Τότε δημιουργήθηκαν τα τάγματα ασφαλείας, τα οποία συνελάμβαναν τους αντιστασιακούς, τους βασάνιζαν και τους παρέδιναν στους γερμανούς οι οποίοι τους εκτελούσαν.
Η Αθήνα ήταν η πρώτη αντιστασιακή πόλη στην Ευρώπη και το ελληνικό αντάρτικο (ΕΛΑΣ) τρίτο σε δύναμη. Όταν απελευθερώθηκε η Ελλάδα, τον Οκτώβριο του 1944, είχε περάσει , με τη συμφωνία της Γιάλτας, στη σφαίρα επιρροής των Βρετανών. Οι Βρετανοί απαίτησαν τον αφοπλισμό των ανταρτών (ΕΛΑΣ).
Στις αρχές του Δεκέμβρη 1944 γίνεται ένα παλλαϊκό συλλαλητήριο από τους αντιστασιακούς και πνίγεται στο αίμα. Ξεσπάει σύγκρουση μεταξύ αντιστασιακών και Βρετανών οι οποίοι στηρίχτηκαν στους δοσίλογους. Μετά από 33 ημέρες μαχών ηττήθηκε ο ΕΛΑΣ και υπογράφτηκε συμφωνία να παραδώσει τα όπλα. Η συμφωνία όμως παραβιάστηκε από την Κυβέρνηση και άρχισαν διώξεις εξόντωσης των αντιστασιακών, δηλαδή όλων εκείνων που είχαν πολεμήσει τους Γερμανούς[1].»
[1] Το κείμενο αυτό συνοδεύει τους τίτλους του ντοκιμαντέρ «Πουλιά στο Βάλτο» της Αλίντας Δημητρίου.