Σκηνοθεσία: ΜΑΧΑΙΡΑΣ ΗΛΙΑΣ
Είδος: ΜΕΓΑΛΟΥ ΜΗΚΟΥΣ, ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ, ΠΟΛΕΜΙΚΗ
Σενάριο: ΔΕΤΖΩΡΤΖΗ ΚΑΙΤΗ
Δ/ντής Φωτογραφίας: ΧΑΣΑΠΗΣ ΣΤΑΥΡΟΣ
Παραγωγή: ΓΑΛΑΞΙΑΣ ΦΙΛΜΣ, ΜΑΧΑΙΡΑΣ ΗΛΙΑΣ
Διάρκεια: 114΄
Διάρκεια: 114΄
Σύνοψη της υπόθεσης:
Στην περίοδο της Γερμανικής Κατοχής, δύο αδέλφια, ο Τάκης και ο Χρήστος, πολεμούν με σθένος τον κατακτητή. Ο ένας ανήκει σε μια αντιστασιακή ομάδα κι ο δεύτερος σε κάποια άλλη. Μετά την αποχώρηση των Γερμανών, τα δύο αδέλφια βρίσκονται σε αντίπαλα στρατόπεδα. Ο ένας είναι καπετάνιος του Ε.Λ.Α.Σ. και ο άλλος λοχαγός του ελληνικού στρατού. Στην προσπάθεια του Ε.Λ.Α.Σ. να καταλάβει το Σύνταγμα χωροφυλακής Μακρυγιάννη, ο ένας αδελφός χάνεται. Λίγο προτού ξεσπάσει ο Εμφύλιος, ο άλλος αδελφός παίρνει μετάθεση για τη Φλώρινα. Εκεί, οι ήρωες θα ζήσουν από κοντά τα τραγικά γεγονότα του Εμφυλίου, μέχρι την ολοσχερή συντριβή των ανταρτών στην κορυφογραμμή του Γράμμου.
Γνωστότερη ως «Γράμμος-Βίτσι» η ταινία προσπαθεί να παρουσιάσει τα γεγονότα του Εμφυλίου μέσα από την ιστορία δυο αδελφών που βρίσκονται στα αντίπαλα στρατόπεδα. Γυρίζεται κατά τη διάρκεια της δικτατορίας των συνταγματαρχών, παράμετρος που εξηγεί το ύφος και τις επιλογές της.
Ο Χρήστος Ρούσης, αντάρτης του ΕΑΜ, σώζεται από το εκτελεστικό απόσπασμα από έναν συνεργάτη των Γερμανών. Επιστρέφει στο σπίτι του όπου έρχεται σε σύγκρουση με τα αδέλφια του λόγω ιδεολογικών διαφωνιών, καθώς αυτά πρόσκεινται στο δεξιό στρατόπεδο. Στην Αθήνα επικρατεί χάος, διαδηλώσεις, δολοφονίες, μάχες. Με έντονο φανατισμό, ο Χρήστος βρίζει κάθε πολιτικό του αντίπαλο, οι οποίοι σημειωτέον, φαίνονται να είναι σε όλα καλοί κι αθώοι πατριώτες. Ο ίδιος εκτός του φανατισμού παριστάνεται κι ως διαταραγμένη προσωπικότητα, βίαιος και χωρίς σεβασμό για κανέναν πλην των ομοϊδεατών του. Φτάνει να απειλεί ακόμη και την ίδια τη μητέρα του με όπλο.
Αντίστοιχα, παρουσιάζεται στην ταινία ο Άρης Βελουχιώτης, ο οποίος στρατολογεί με τη βία αντάρτες για να ξεκινήσουν μια νέα και παράλογη –κατά την ταινία- αιματοχυσία, ενώ έχουν δωθεί πολλές ευκαιρίες ειρήνευσης που δεν αξιοποιούνται από τους αιμοχαρείς «συμμορίτες».
Στην περιγραφή μαχών και συγκρούσεων αναδεικνύεται η γενναιότητα κι η ντομπροσύνη των κυβερνητικών στρατιωτών αλλά και η ποταπότητα κι η μισσαλλοδοξία των ανταρτών. Οι πρώτοι αναγνωρίζουν στους αντάρτες ό,τι πρόσφεραν στην Αντίσταση ενώ οι δεύτεροι εκδικούνται τυφλά και δεν επιτρέπουν ούτε στους δικούς τους να εκφραστούν ελεύθερα αν πρόκειται, έτσι, να φανούν φιλικοί στους «μοναρχοφασίστες». Αποκορύφωμα, η σκηνή του στρατοδικείου, όπου ο Χρήστος καλείται να δικάσει τον αδελφό του, συλληφθέντα αξιωματικό του τακτικού στρατού. Στους δισταγμούς του, τον πιέζει η κομματική πειθαρχία, στην οποία δεν τολμά να αντισταθεί, ενώ δε συγκινείται ούτε από την παρέμβαση της μάνας του, που εμφανίζεται ξαφνικά για να σώσει τα παιδιά της από την αδελφοκτονία.
Από την όλη προσπάθεια αναδύεται η απροκάλυπτη προπαγάνδα του δικτατορικού καθεστώτος. Χρησιμοποιούνται στοιχεία από την ιστορική πραγματικότητα, όπως η αποχώρηση των Γερμανών, η συμμετοχή κι η αποχώρηση από την Κυβέρνηση των υπουργών του ΕΑΜ, η έναρξη του δεύτερου αντάρτικου μετά τη Βάρκιζα και τα Δεκεμβριανά. Από κει και πέρα, όμως αγνοούνται αιτιάσεις, ερμηνείες και ιστορικά στοιχεία. Προβάλλεται το μοντέλο του αδελφοκτόνου πολέμου, με αναγωγή του από τον ενδοοικογενειακό που παρατηρούμε σε πρώτο επίπεδο, στον εθνικό του γενικότερου πλαισίου, όπου σαφώς δίνεται δίκαιο στην πλευρά της πολιτικά συγγενούς με το καθεστώς δεξιάς. Η πλευρά των ανταρτών παρουσιάζεται χωρίς κανένα ιστορικό, ιδεολογικό ή ηθικό κίνητρο, χωρίς αρχές και συναισθήματα, «πωρωμένοι» άνθρωποι, υποχείρια μιας αλλοτριωμένης ηγεσίας, της οποίας, επίσης, δεν γνωρίζουμε κανένα κίνητρο, πλην ίσως της εγκληματικής προσωπικότητας.
Χρησιμοποιούνται αφειδώς τα κλισέ της εποχής, όπως η αποκάλυψη ότι εμφανιζόμενοι ως συνεργάτες των Γερμανών υπήρξαν στην πραγματικότητα αντιστασιακοί και βοηθοί των Ελλήνων, η παρουσίαση των κομμουνιστών ως διεφθαρμένων, αδιάφορων για οικογενειακά, πατριωτικά και λοιπά συναισθήματα, ενώ επίσης, επιχειρείται και η παρουσίαση της περιόδου της τρομοκρατίας που επικράτησε μετά τα Δεκεμβριανά ως περιόδου διωγμού των «δεξιών» πολιτών από τους «δολοφόνους αριστερούς».
Το σενάριο ρέπει διαρκώς προς το μελόδραμα και τις εύκολες λύσεις, όπως οι συμπτώσεις σύλληψης και δίκης αδελφού από αδελφό, η σχεδόν «από μηχανής» εμφάνιση της μάνας στο αντάρτικο στρατοδικείο κλπ. Αξιοποιείται στο έπακρο στρατιωτικό υλικό και βέβαια φωτογραφίες και φιλμ αρχείου με σκηνές από αληθινές μάχες, τα οποία όμως δε συνδράμουν στην ποιοτική βελτίωση του αποτελέσματος. Η μουσική έρχεται να υπογραμμίσει το συναισθηματισμό ή την επικότητα συγκεκριμένων σκηνών.
Εψαχνα παντου για να γράψω για το νοσηρο κλιμα που επικρατουσε στον εμφύλιο ... δν εβρισκα τιποτα παλι καλα που αναρτησατε το συγκεκριμένο αρθρο..αρκετα επαρκες για αυτο που χρειαζομουν!!
ΑπάντησηΔιαγραφή